ο Λούσιας

Σίγουρα, σίγουρα έχετε δει την ταινία «τα κίτρινα γάντια». Παλιό, καλό, ελληνικό σινεμά. Εκεί λοιπόν, μέσα σ’ ένα καφενείο πάνω στο δρόμο προς τους Αγίους Θεοδώρους, εμφανίζεται ένα παιδί με κάποια έλλειψη κι ένα παρουσιαστικό αστείο. Μαλώνει με τον πελάτη για το τραπέζι και την καρέκλα. Τη λεμονάδα από λεμόνια και την πορτοκαλάδα από πορτοκάλια. Ο ψυχαναγκασμός της κυριολεξίας. Η κυριολεξία είναι ο μόνος δρόμος για επικοινωνία. Δεν υπάρχει πίσω κείμενο ή άλλη από την προφανή ερμηνεία. Ο ρόλος άφησε εποχή. Ίσως αυτός να ενέπνευσε το Χουλιαρά να γράψει το Λούσια. Ίσως πάλι να αυθαιρετώ επικίνδυνα και να φαντάζομαι δικά μου. Πάντως ο Λούσιας είναι ένας ήρωας διαφορετικός απ’ τους συνηθισμένους ήρωες βιβλίων. Βλέπει τα πράγματα δισδιάστατα κι έτσι τα ζωγραφίζει. Όπως το μικρό παιδί που δεν μπορεί να διακρίνει τις προθέσεις. Το δόλο που πιθανόν καραδοκεί πίσω από ένα γελαστό πρόσωπο. Τη χαρά που μπορεί να εκδηλώνεται με κλάμα. Είναι διανοητικά καθυστερημένος? Μάλλον. Είναι κοινωνικά αμαθής? Προφανώς. Στερείται εγκεφαλικής νοημοσύνης. Σύμφωνοι. Αλλά συνήθως το μάτι του τρελού συναντάει σε μια γωνία το μάτι του καλλιτέχνη. Κι ο Λούσιας παρατηρεί κι ερμηνεύει τα πράγματα μ’ έναν τρελό και συνάμα μ’ έναν έντεχνο τρόπο. Αφηγείται τη ζωή του επαναλαμβάνοντας τις ίδιες φράσεις, αλλάζοντας μόνο τη σειρά των λέξεων, σαν τραγουδάκι, δις και τρις. Ίσως δεν είναι τυχαίο που ήταν μουσικός ο συγγραφέας.

Το ξεκίνησα ορεξάτα, μα άρχισα να το βαριέμαι γρήγορα. Περνούσα τα κεφάλαια κάπως βιαστικά και κάποτε αγκομαχώντας. Μου φάνηκε μεγάλο και με κούρασε. Παρότι φυλλομετρούσε μόλις 212 σελίδες. Ωστόσο είχε ένα ενδιαφέρον. Το τέχνασμα του συγγραφέα να βάλει στο στόμα ενός ιδιαίτερου παιδιού να προφέρει λογικά πράγματα μέσα από χαζομάρες. Να φαίνονται τα έξυπνα χαζά και τα χαζά έξυπνα. Έρχεται κι αποδομεί χαριτωμένα, κωμικά και συγκινητικά τις κοινωνικές, γλωσσικές, επικοινωνιακές συμβάσεις. Όλα τα παγιωμένα μοντέλα σκέψης, συναναστροφής, δοσοληψίας. Τις ενήλικες συνδέσεις και νοήματα έτσι όπως τα ‘χουμε εμπειρικά συνηθίσει, έτσι όπως τα ‘χουμε άτυπα συμφωνήσει.

Μιλούσαμε στην ωραία συντροφιά της λέσχης μας για το βιβλίο και διαφωνούσαμε για τη γλώσσα που ‘ναι γραμμένο. Τι κι αν το λεξιλόγιο είναι κάπως φτωχό και περιορισμένο? Το ζητούμενο στη λογοτεχνία δεν είναι τα παραληρήματα γλωσσολαγνείας. Κι ο λόγος είναι εργαλείο όχι τόσο για να προκύψουν νοητικά σχήματα, αλλά κυρίως για να γεννηθούν στα μάτια του αναγνώστη εικόνες. Και ο Λούσιας βρίθει εικόνων, παρά το φτωχό του λεξιλόγιο, την αγραμματοσύνη ή την αφελή έκφρασή του. Δεν ξέρω, δεν μπορώ να πω αν μου άρεσε ή δε μου άρεσε τούτο το βιβλίο. Είναι σαν κάτι πρόσωπα, που σου γεννάνε σκέψεις διάφορες και συναισθήματα κι ας μην σου φαίνονται ούτε όμορφα, ούτε άσχημα. Παράξενος ο Λούσιας. Σαν τ’ όνομά του.

  • Ο Λούσιας, Νίκος Χουλιαράς, Νεφέλη

IMG_0714

4 thoughts on “ο Λούσιας

  1. Θέdα Post author

    Γεια σου, Dora! Η αίσθηση της δυστυχίας είναι όντως υπόθεση νου και συνείδησης. Η έλλειψη τους όμως δε συνεπάγεται την ευτυχία.

  2. Dora

    Για τον κόσμο του Λούσια ισχύει το ευαγγελικό “μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι”.

  3. SOTIRIS

    Ο Χουλιαράς είναι παντού Χουλιαράς. Θα τον βρείτε στα κείμενά του όλα να χαμογελάει γλυκά, με το μάτι του πάντα μαζί τους έτοιμο να παίξει, σαν μικρό παιδί, Λούσιας ο Νίκος αυτοπροσώπως ταπεινώτατα, πάνω απ’ όλα και απ’ όλους μας του χρόνου επανεφευρέτης, ποιημάτων και εικόνων μάστορας γιαννιώτης μυθικός, άχρονος και την ίδια στιγμή του καιρού του συνοδοιπόρος πιστός.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.